Ιερος Ναος Αγιου Λεωνιδη

Ο ΑΓΙΟΣ ΛΕΩΝΙΔΗΣ

Η μνήμη του Αγίου Λεωνίδη και των 7 μαθητριών του, οι οποίες επίσης αγιοποιήθηκαν λόγο του μαρτυρικού τους θανάτου, εορτάζεται στις 16 Απριλίου.
Το 1917 ανευρέθηκαν τα λείψανα τους στην περιοχή της Νέας Επιδαύρου  τα οποία έχουν τοποθετηθεί σε αργυρή λάρνακα και αποτελούν προσκύνημα στον Ιερό Ναό του Αγίου Λεωνίδη στην Νέα Επίδαυρο.

Η αρχή της αποκαλύψεως του Ναού του Αγίου Λεωνίδη έγινε στις 12 Απριλίου 1898, μετά από όραμα που είδε, στο χάραμα της ημέρας αυτής, ο ηλικίας 17 ετών, Ιωάννης Γεωργίου Μπιμπής. Στο όραμα, παρουσιάστηκε η Υπεραγία Θεοτόκος, μαυροφορεμένη αλλά ακτινοβολούσα, με το Θείο βρέφος στην αγκαλιά της στο σημείο που έχει οικοδομηθεί ο ναός σήμερα και του υπέδειξε να σκάψει σ’αυτό το μέρος και θα εύρει ανεκτίμητο θησαυρό.Ο νέος αφού διηγήθηκε στην οικογένειά του το όραμα και προσευχήθηκε, πήρε μία σκαπάνη και με την ανατολή του ήλιου πήγε στο σημείο που του είχε υποδείξει η Παναγία.
Την εποχή εκείνη το έδαφος ήταν ακαλλιέργητος θαμνώδης βοσκότοπος, ανάμεσα στους δύο δρόμους που υπάρχουν και σήμερα, αλλά στενοί και βέβαια χωμάτινοι. Έπειτα αφού έκανε την προσευχή του, πήρε μια σκαπάνη και καθώς άρχισε να ανατέλλει ο ήλιος, φανερώθηκε με τα πρώτα χτυπήματα ένα τρίπτυχο επίχρυσο Βυζαντινό εικόνισμα.
Είχε από έξι Αποστόλους στο αριστερό και δεξιό φύλλο και στο κέντρο του τριπτύχου εικονιζόταν η Υπεραγία Θεοτόκος με το Θείο Βρέφος όπως την είχε οραματιστεί.

Το έτος 1903 ο Ιωάννης Μπιμπής αναχώρησε για την Αμερική παίρνοντας μαζί του και το  σεπτό εικόνισμα. Απεβίωσε το 1916 στην ξενιτιά χωρίς να αποκτήσει οικογένεια, οπότε η εικόνα χάθηκε μαζί με τα ατομικά του υπάρχοντα.  

 Μερικά χρόνια μετά την ανεύρεση της εικόνας η μητέρα του Σταματίνα έβλεπε κατά διαστήματα στον ύπνο της έναν γαλήνιο άνδρα μέσης ηλικίας με ασκητική και γαλήνια φυσιογνωμία, ντυμένο με καφετί ράσο και να κρατά ένα ραβδί. Με καλοσυνάτη φωνή ρωτούσε που βρίσκεται το εικόνισμα της Θεοτόκου. Το έτος 1917 επισκέφθηκε την Νέα Επίδαυρο ο τότε Μητροπολίτης  Αργολίδος Αθανάσιος στον οποίο ο υιός της Σταματίνας Αντώνης  περιέγραψε λεπτομερώς το ιστορικό της ανευρέσεως της Παναγίας και τα οράματα της μητέρας του. Ο Μητροπολίτης αφού τον άκουσε με ιδιαίτερη προσοχή, του έδωσε οδηγίες, αφού συνεννοηθεί με τους ιερείς του Ναού της Ευαγγελίστριας Ευάγγελο Καλαντζή και Ηλία Οικονόμου και τους επιτρόπους, να κάνουν εκσκαφή κάτω από το σημείο που είχε βρεθεί η Εικόνα της Θεοτόκου. 

Πράγματι, στις 20 Μαΐου  1917, έπειτα από κωδωνοκρουσίες όλων των εκκλησιών, οι ιερείς οι επίτροποι οι ιεροψάλτες και πλήθος Επιδαυρίων  συγκεντρώθηκαν στον ιερό τόπο.

Το έργο της ανασκαφής ανέλαβαν οι Αντώνιος Μπιμπής, Λάζαρος Καπερώνης και Στυλιανός Κλώνης.  Σε βάθος μισού περίπου μέτρου φάνηκε τάφος με λαξευτή λάρνακα Κορινθιακού ρυθμού με προσκολλημένα διάφορα είδη μικρών οστράκων τα οποία διατηρούνται μέχρι σήμερα. Η λάρνακα ήταν σκεπασμένη με πέτρινες πλάκες αλάξευτες διαστάσεων 30Χ40 εκ. Όταν τις αφαίρεσαν, φάνηκαν επτά κρανία και πολλά οστά κατάλευκα, τα οποία τοποθέτησαν προσεκτικά επάνω σε καθαρό σεντόνι. Στη μέση περίπου της λάρνακας υπήρχε δεύτερο στρώμα με όμοιες πλάκες. Αφού τις αφαίρεσαν, κάτω από αυτές φάνηκε σκελετός άνδρα ολόσωμος, με απόλυτα ενωμένα τα μέλη του σώματός του ολόλευκα σαν το χιόνι, με το κάτω σαγόνι  στραγγαλισμένο προς το αριστερό μέρος και τα χέρια σταυρωμένα. ‘Όπως θυμούνται όλοι οι επιζώντες άφθονα μύρα άρχισαν να αναβλύζουν από την λάρνακα, των οποίων η ευωδιά κάλυπτε την περιοχή αρκετές εβδομάδες. 

O υιός του του Λάζαρου Καπερώνη Νέστορας, ενώ συνέχισε να σκάβει προσεκτικά γύρω από την λάρνακα, αποκαλύφτηκε πήλινη στάμνα παλαιάς κατασκευής κομμένη στη μέση και σκεπασμένη στο πάνω μέρος της. Αυτό το εύρημα ήταν απόδειξη εγκαινίων παλαιάς Εκκλησίας  μέσα στην οποία υπήρχε η λάρνακα, αλλά με την πάροδο 17 και πλέον αιώνων από την ανέγερσή του, ο παλαιός Ναός  είχε καταστραφεί είτε από σεισμό ή από επιδρομές βαρβάρων ή από άλλη αιτία και από το παλαιό αυτό εξωκλήσι είχαν απομείνει ελάχιστα ερείπια.

Την επομένη ημέρα από την ανεύρεση της λάρνακας οι δύο ιερείς που προαναφέραμε με τους επιτρόπους του ναού της Ευαγγελίστριας πήγαν στο Ναύπλιο και συνάντησαν τον Μητροπολίτη Αργολίδος Αθανάσιο στον οποίο εξιστόρησαν με κάθε λεπτομέρεια όσα είχαν συμβεί. Ο Μητροπολίτης επισκέφθηκε την επομένη τον τόπο της ανευρέσεως της λάρνακας, συνοδευόμενος από τους ιερείς, τους ιεροψάλτες, όσους είχαν συμβάλει στην αποκάλυψη  των λειψάνων και πλήθος κόσμου. ‘Εψαλε τρισάγιο και έπειτα από λεπτομερή εξέταση και μελέτη βεβαίωσε ότι πρόκειται περί σκελετών Αγίων. Αφού μελέτησε και διάφορες  γραπτές πηγές, παραδόσεις και βίους Αγίων, απέδειξε ότι πρόκειται περί του Τάφου του ΑΓΙΟΥ ΛΕΩΝΙΔΗ και των επτά Αγιων γυναικων των οποίων τα ονόματα είναι ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ, ΧΑΡΙΣΣΑ, ΘΕΟΔΩΡΑ, ΓΑΛΗΝΗ, ΚΑΛΛΙΣ, ΝΙΚΗ και ΝΟΥΝΕΧΙΑ.

Λεπτομερείς έρευνες έκανε επίσης και ο μετέπειτα Μητροπολίτης Αργολίδος Χρυσόστομος Β΄ κατά το έτος 1958, και βρήκε  έπειτα από μελέτη των μεγάλων συναξαριστών δηλαδή βιογράφων Αγίων και την βιογαφία του Αγίου Λεωνίδη  και των επτά Αγίων Γυνακών. 

Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΝΑΟΥ

Μετά την ανεύρεση της Λάρνακας και με την συγκατάθεση και τις ευλογίες του Μητροπολίτη διωρίστηκε από τον ίδιο Ερανική Επιτροπή αποτελούμενη από τους Αντώνιο Γ. Μπιμπή, Κωνσταντίνο Χριστοδούλου γιατρό, Σπυρίδωνα Παπαργύρη και Σπυρίδωνα Τετράδη, η οποία ανέλαβε την ανέγερση  Ιερού  Ναού του Αγίου Λεωνίδη.

Ο Άγιος Λεωνίδης  έζησε τον 3ον αιώνα μ.Χ., και η ιεραποστολική του δράση απλωνόταν σε ολόκληρη την περιοχή της Τροιζηνίας μέχρι την Πεδιάδα (σημερινή Ν. Επίδαυρο ) στα όρια της αρχαίας Επισκοπής «Δαμαλών, Φαναρίου και Πεδιάδος». Πεδιάδα ονομαζόταν τότε η Νέα Επίδαυρος. Όταν συνελήφθη, το Μεγάλο Σάββατο του έτους 250 μ.Χ., ήταν « Έξαρχος δηλαδή επικεφαλής  χορωδίας γυναικών», που έψαλλαν στις ακολουθίες της Μεγάλης Εβδομάδος. Αν είχαμε περισσότερα στοιχεία σχετικά, θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ότι ο Άγιος και η συνοδεία του αποτελούσαν μία πρώιμη μορφή μοναστικής συνοδείας.
Μετά την σύλληψή τους λοιπόν, οδηγήθηκαν στον Ρωμαίο ηγεμόνα της Κορίνθου Ανθύπατο Βενούστο, σε χρόνια διωγμών των Χριστιανών ο οποίος γνωρίζοντας την δράση των Αγίων, προσπάθησε να τους πείσει να αρνηθούν τον Χριστό και να θυσιάσουν στους δώδεκα Θεούς του Ολύμπου. Οι Άγιοι αρνήθηκαν και με μία φωνή δήλωσαν με παρρησία πως είναι χριστιανοί. Τότε ο ηγεμόνας έδωσε εντολή να κρεμάσουν τον Λεωνίδη επί ξύλου και να ξεσχίσουν το σώμα του με σιδερένια νύχια μέχρι θανάτου, ελπίζοντας ότι, βλέποντας το φρικτό μαρτύριο, οι νέες που αποτελούσαν την συνοδεία του, θα δειλιάσουν και θα προσκυνήσουν τους θεούς του. Όμως έγινε το αντίθετο. Οι νέες αντί να φοβηθούν επέδειξαν θάρρος, ενδυναμώθηκαν περισσότερο και, με πρώτη την Χαρίεσσα, δήλωσαν ότι θα μείνουν και αυτές πιστές στον Χριστό μέχρι θανάτου.
Βλέποντας ο ηγεμόνας ότι δεν πείστηκαν και ότι έμεναν ακλόνητες στην πίστη τους ,πρόσταξε τους δήμιους να τις δέσουν από μια πέτρα και να τις ρίξουν στην θάλασσα. Έτσι αφού επιβιβάσθηκαν στο πλοίο και απομακρύνθηκαν από την ακτή, τις έριξαν στην θάλασσα μαζί με τον νεκρό Λεωνίδη. Η εντολή εκτελέστηκε, και οι Άγιοι μάρτυρες παρέδωσαν την ψυχή τους στον Θεό και έλαβαν τον αμάραντο στέφανο του μαρτυρίου.  

AΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ ΑΓΙΟΥ ΛΕΩΝΙΔΗ

Μέγαν πρόμαχον Σέ κεκτημένη ἡ Ἐπιδαυρος ὤ Λεωνίδη, οὐ πτοεῖται τοῦ Βελίαρ τά ἐνέδρα. Ὡς οὔν εἰδώλων καθεῖλες σεβάσματα καί τόν Χριστόν εὐθαρσώς ὁμολόγησας, σύν ταῖς σοφαῖς Γυναιξί Παμμακάριστε ἐκτενῶς ἱκέτευε δωρήσασθαι ὑμιν τό μέγα ἔλεος.

ΑΠΟΔΟΣΗ

Μεγάλο προστάτη  ἔχει ἀποκτήσει Ἐσένα ὤ Λεωνίδη ἡ Ἐπιδαυρος καί δέν τήν φοβίζουν οἱ ὕπουλες παγίδες τοῦ πονηροῦ. Ὅπως λοιπόν κατέρριψες ( κατεκρήμνησες) τά προσκυνήματα τῶν εἰδώλων ( ψεύτικων θεῶν) καί μέ θάρρος ὁμολόγησες τήν πίστη Σου στόν Χριστό, μαζί μέ τίς σοφές Γυναῖκες Παμμακάριστε , ἱκέτευε (μεσίτευε) ὁλοθερμά νά  μᾶς χαρίζει ὁ Θεός  τή μεγάλη του εὐσπλαχνία.

ΠΗΓΕΣ : ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΡΕΥΝΑ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΜΠΙΜΠΗ, ΔΑΣΚΑΛΟΥ ΝΕΑΣ ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ

Τοποθεσία Αγίου Λεωνίδη